«Δυστυχώς κάποιοι έχουν καταντήσει σκυλοτράγουδο το δημοτικό μας τραγούδι» – Γιάννης Παπακώστας-Τραγουδιστής 

Τα «παράπονα» του σπουδαίου Ηπειρώτη ερμηνευτή και το ενδιαφέρον της Μουσικής Ακαδημίας της Βιέννης για τη διάσωση 700 γνήσιων Ηπειρωτικών τραγουδιών

Ο κ. Γιάννης Παπακώστας θεωρείται και δικαίως ως ένας από τους κορυφαίους Ηπειρώτες ερμηνευτές του δημοτικού μας τραγουδιού. Έχει μια ποιοτική και πολύ μεγάλη προσφορά στο παραδοσιακό τραγούδι τόσο με ζωντανές εμφανίσεις όσο και στη δισκογραφία με προσωπικούς ή συμμετοχές σε δίσκους όπως «Ο Γρηγόρης Καψάλης συναντά τον Γιάννη Παπακώστα», «Πεντατονικά ακούσματα», «Εκεί που πας ματάκια μου», «Ηπειρώτικα και καμπίσια», «Τραγούδια που λέμε στο Ζαγόρι», «Παραδοσιακό πανηγύρι στο χωριό» κ.λπ. Τον συνάντησα στα Γιάννενα όπου είχαμε μια ενδιαφέρουσα συνομιλία για τα πρώτα του βήματα στο τραγούδι, την πολύχρονη συνεργασία του με τον εξαίρετο σολίστα του κλαρίνου κ. Γρηγόρη Καψάλη αλλά και την πεποίθησή του ότι το δημοτικό τραγούδι εκφυλίζεται.

Συνέντευξη στον συνεργάτη μας Χάρη Μαντέλλο

 

Ερ: Κύριε Παπακώστα από πού πηγάζει η αγάπη σας για το δημοτικό τραγούδι και ποια ήταν η πρώτη σας επαγγελματική επαφή με αυτό;

Απ: Πηγάζει από την ίδια μου την οικογένεια αν και δεν ήταν μουσικοί. Ήταν βέβαια καλλίφωνοι και τραγουδούσαν αλλά δεν ήταν επαγγελματίες. Οπότε από μικρός άκουγα όλη την μέρα τραγούδια και μάλιστα πολύ μελωδικά. Αργότερα πηγαίνοντας στο δημοτικό ο δάσκαλος είχε καταλάβει ότι είχα καλή αρμονία στον λαιμό μου και με έπαιρνε κάθε Κυριακή στην εκκλησία για να ψέλνω. Εγώ αυτό το θεωρούσα τότε σαν τιμωρία γιατί έβλεπα τα άλλα παιδιά που πήγαιναν για μπάλα και εγώ ήμουν στο στασίδι, στο αναλόγιο. Αυτό όμως με ωφέλησε πολύ. Ίσως πάλι να είναι προδιαγεγραμμένο το τι θα γίνει ο καθένας στη ζωή του γιατί θυμάμαι ότι ήμουν μικρός και όταν με βαρούσε η μάνα μου για κάποια αταξία έκλαιγα αλλά όταν μου περνούσε ο πόνος όλο αυτό το έκανα τραγούδι. Το έχω δηλαδή σχεδόν από την κοιλιά της μάνας μου το τραγούδι.

Μεγαλώνοντας πήγα στην Αθήνα, ασχολήθηκα με την οικοδομή, μετά πήγα φαντάρος και όταν γύρισα ένας γείτονάς μου που παντρευόταν με ήθελε να τραγουδήσω στον γάμο του και μάλιστα είπε στο συγκρότημα που θα έπαιζε ότι θα κανόνιζε αυτός για τραγουδιστή. Ήρθε και με βρήκε, αρχικά δίστασα αλλά δέχτηκα. Όταν τελείωσε ο γάμος το συγκρότημα ξεκίνησε να μοιράζει τα λεφτά. Εγώ έκατσα σε μια άκρη και ήρθε ο κλαριτζής και μου έδωσε το μερίδιό μου που ήταν 80 χιλιάδες δραχμές. Μιλάμε για το 1977 και ένα τέτοιο ποσό ήταν πολύ μεγάλο. Πήγα στο σπίτι και άφησα τα λεφτά στο τραπέζι. Όταν τα είδε ο πατέρας μου που έπαιρνε σύνταξη 10 χιλιάδες δραχμές νόμιζε ότι… τα είχα κλέψει.

Μετά βρέθηκα σε ένα μαγαζί να τραγουδάω κάνοντας τα ρεπό του κανονικού τραγουδιστή μετά από πρόταση του ιδιοκτήτη. Εκεί ήταν και ο Γρηγόρης Καψάλης που με άκουσε και μου πρότεινε να πάμε στο Ζαγόρι και έτσι άρχισε η επαγγελματική μου πορεία αλλά και η στενή συνεργασία μου για περίπου 35 χρόνια με τον σπουδαίο αυτόν μουσικό. Στη συνεργασία μου μαζί του βρήκα το ρεπερτόριο που ήθελα να αποκτήσω αλλά και την αυθεντική εκτέλεση των κομματιών όπως τα έλεγαν οι παλιοί. Να σημειώσω εδώ ότι μαζί έχουμε καταγράψει πάρα πολλά δημοτικά τραγούδια από την περίοδο του Αλή Πασά, από τα Τζουμέρκα, των κλεφτών και αρματωλών κ.λπ. τα οποία θα ψηφιοποιηθούν από την Μουσική Ακαδημία της Βιέννης. Μιλάμε για πάνω από 700 ώρες αυθεντικό δημοτικό τραγούδι που όμως δυστυχώς δεν βρήκαμε στην Ελλάδα ανταπόκριση από φορείς και χορηγούς για να κρατηθεί εδώ αυτό το αρχείο.

 

Ερ: Πώς βλέπετε την πορεία του δημοτικού τραγουδιού μέσα στα χρόνια;

Απ: Η μουσική αλλά και οι μουσικοί έχουν αλλάξει πολύ από τότε που άρχισα εγώ μέχρι τώρα. Έχει αλλάξει ο ήχος της μουσικής, παίζαμε τότε με ένα μηχανηματάκι 200 βατ και τώρα πάμε σε δουλειά και βάζουμε 15-20 χιλιάδες βατ και δεν μπορούν ούτε να μιλήσουν αυτοί που κάθονται. Επίσης το δημοτικό τραγούδι έχει καταντήσει σκυλοτράγουδο παντού εκτός από τα ορεινά των Τζουμέρκων και του Ζαγοριού. Ό,τι μοντέρνο στοιχείο υπάρχει το έχουν βάλει μέσα τάχα για να το φέρουν πιο κοντά στη νεολαία αλλά χαλάνε την αυθεντικότητά του. Οι μουσικοί είχαν τότε μεγάλο σεβασμό στον κόσμο, ανεβαίναμε με κοστούμι και γραβάτα να παίξουμε και τώρα βλέπεις να τραγουδάν δημοτικά αξύριστοι, με μπλουτζίν και σπορτέξ. Δεν κατηγορώ το σκισμένο μπλουτζίν γενικά όμως δεν είναι αυτή η στολή του δημοτικού τραγουδιστή όπως δεν μπορώ να δω έναν ροκά με κοστούμι. Χάθηκαν επίσης κάποια έθιμα που υπήρχαν παλιά όπως ότι πηγαίναμε ακόμη και σε κηδείες να παίξουμε δημοτικά αν ήταν η τελευταία επιθυμία του μακαρίτη όπως δεν υπάρχουν πια και οι μοιρολογίστρες. Έχουν σβήσει αυτά τα πράγματα.

 

Ερ: Αν θεωρήσουμε ότι το δημοτικό τραγούδι είναι προϊόν του αγροτικού πολιτισμού πιστεύετε ότι η μετακίνηση προς τις πόλεις, η λεγόμενη αστικοποίηση, επηρέασε την παραγωγή και εξέλιξή του;

Απ: Αυτό είναι σίγουρο. Γι΄ αυτό λέμε ότι για να δεις καλό πανηγύρι σήμερα πρέπει να πας εκεί που είναι άγονες γραμμές, εκεί που υπάρχει ακόμα πράσινο λεωφορείο και είναι 200 νοματαίοι. Εκεί θα ακούσεις αυθεντικό δημοτικό και όχι όπως αλλού που λένε δήθεν ότι κάνουν παραδοσιακή βραδιά και βγαίνει ο νέος τραγουδιστής και αντί να πει τα παλιά καλά δημοτικά ξεκινάει και λέει «θα σας παρουσιάσω τραγούδια από το νέο μου c.d.». Δεν είναι σωστό αυτό. Αν θέλουν να κάνουν σκυλοβραδιές ας μας το πουν αλλά όχι να βαφτίζουν σαν παραδοσιακό το καθετί.

 

Ερ: Ένας νέος μπορεί να βιοποριστεί σήμερα ακολουθώντας το επάγγελμα του δημοτικού τραγουδιστή ή μουσικού;

Απ: Δεν μπορεί, ας μην γελιόμαστε. Αν δεν κάνει άλλη δουλειά και να έχει σαν εξτρά την μουσική για να βγάλει 5 φράγκα παραπάνω δεν μπορεί να ζήσει μόνο από αυτό. Οι καλές εποχές π.χ. από το ’78-’80 και μετά έχουν περάσει. Τότε παίζαμε κάθε βράδυ μέχρι το πρωί και ήταν γεμάτα τα μαγαζιά και τώρα ολόκληρη Ήπειρος δεν μπορεί να κρατήσει ένα μαγαζί με κλαρίνα.

 

Ερ: Από τους νεότερους συναδέλφους σας έχετε ξεχωρίσει κάποιους;

Απ: Νεότερους συναδέλφους έχω ξεχωρίσει αλλά δεν κάνουν παραδοσιακή δουλειά. Δεν θέλω να αναφέρω ονόματα γιατί ίσως αδικήσω κάποιους αλλά πολύ καλά τοποθετημένος στη φωνή είναι ο Γιάννης Καψάλης που έχει τον παραδοσιακό ήχο μέσα του αλλά πουλάει κάτι άλλο δηλ. λουλούδια, φωτογραφίες, καπνούς και με τα κορίτσια αγκαλιά. Δεν ξέρω, ίσως απευθύνομαι σε μια άλλη ομάδα ανθρώπων ηλικιακά και μου φαίνονται πολύ μοντέρνα και αταίριαστα αυτά με το γνήσιο παραδοσιακό τραγούδι.

 

Ερ: Το 1992 εμφανιστήκατε και στο Παλλάς στην Αθήνα στο πλαίσιο των εκδηλώσεων Μέρες Μουσικής και ειδικότερα στο αφιέρωμα για το δημοτικό τραγούδι. Τι θυμάστε από αυτή την συμμετοχή σας;

Απ: Όλη η ατμόσφαιρα ήταν όμορφη και θυμάμαι χαρακτηριστικά ότι αφού τραγούδησα πήγα στα παρασκήνια και εκεί ήταν ο κορυφαίος του κλαρίνου Τάσος Χαλκιάς. Φαίνεται ότι του άρεσε η φωνή μου γιατί γύρισε –το θυμάμαι και γελάω- και είπε σε έναν άλλο τραγουδιστή που περνούσε από εκεί «Τ’ ακούς ρε γομάρι πώς πρέπει να τραγουδάν τα δημοτικά;». Εκεί γνώρισα και τον Λάμπρο Λιάβα με τον οποίο κάναμε και περιοδείες σε Άμστερνταμ, Ουτρέχτη, Βερολίνο κ.λπ.

 

Ερ: Ετοιμάζετε κάποια νέα δουλειά;

Απ: Όχι, δεν ασχολούμαι με δισκογραφία πλέον. Κάποιες εμφανίσεις κάνω όπως σε 4-5 γάμους που έχω μέχρι τον Οκτώβριο. Μας έχουν στριμώξει πολύ με τον κορονοϊό, δεν αφήνουν τον κόσμο να χορέψει, οπότε το να παίζω εγώ εδώ και εσύ να κάθεσαι 500 μέτρα μακριά μου δεν είναι μια κατάσταση που θα χαρείς και θα διασκεδάσεις. Είναι ένα άνοστο πράγμα, ασύμβατο με την χαρούμενη ατμόσφαιρα που θέλει να δημιουργήσει ο καλλιτέχνης. Ελπίζω πάντως να το ξεπεράσουμε κάποια στιγμή και να ξαναγλεντήσουμε όπως παλιά.

 

Σχετικές δημοσιεύσεις