Γιώργος Μενέλαος Μαρίνος: «Η ποίηση είναι σαν μια όμορφη μικρή ασθένεια»

Οι εμπειρίες από την πολυετή περιπλάνηση στην Ευρώπη «με μια βαλίτσα όνειρα»

 

 

Ο κ. Γιώργος Μενέλαος Μαρίνος, είναι ποιητής, τραγουδοποιός και παραμυθάς. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Από πολύ νωρίς, ως τροβαδούρος, ζυμώθηκε στις μπουάτ της Πλάκας. Ξενιτεύτηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1960 με περιουσία μια βαλίτσα όνειρα για να γυρίσει όλη την Ευρώπη. Για μεγάλο διάστημα έμεινε στην Γαλλία και στην Ελβετία, για να καταλήξει το 1965 στην Δανία όπου δημιούργησε οικογένεια και πολλά βιβλία. Εκεί εργάστηκε σαν παιδαγωγός κλόουν, για αρκετά χρόνια, όπου δημιούργησε και το “θέατρο της βαλίτσας”. Πολλά βιβλία του έχουν μεταφραστεί στα Δανέζικα και στα Σουηδικά, για παιδιά, και έχουν κυκλοφορήσει στις χώρες αυτές με επιτυχία. Επίσης, έχει μελοποιήσει πολλά από τα τραγούδια του, που κυκλοφόρησαν και στην ελληνική δισκογραφία. Έχει γράψει έως σήμερα 36 πεζά και ποιητικά βιβλία καθώς και θέατρο για παιδιά, ενώ ποιήματά του περιέχονται στα αναγνωστικά της Α΄ και Β΄ τάξης των Δημοτικών Σχολείων. Εξαιρετικά πολυτάλαντος, έχει γίνει γνωστός ως παιδαγωγός, πεζογράφος, ποιητής, συνθέτης, ενώ ταυτόχρονα εργάστηκε ως κλόουν σε πολλές χώρες, όπως: Δανία, Σουηδία, Ρωσία, Ιταλία, Ελβετία, Καταλονία, κ.α. Με την τελευταία αυτή ιδιότητά του έχει παρουσιαστεί και σε εκπομπές για παιδιά, της Ελληνικής τηλεόρασης. Τα τελευταία χρόνια ζει μόνιμα στην Αίγινα.

 

Συνέντευξη του Τραγουδοποιού – Ποιητή στον συνεργάτη μας Χάρη Μαντέλλο

 

Ερ: Κύριε Μαρίνο σας βρίσκουμε στην Αίγινα και πάντα σε δημιουργική εγρήγορση.

Απ: Ναι, πάντα γράφω. Κάθε πρωί που ξυπνάω όπως άλλοι πίνουν τον καφέ τους εμένα μου αρέσει να γράφω και ένα μικρό ποίημα γιατί η ποίηση για μένα είναι τρόπος ζωής αγαπητέ μου φίλε. Η ποίηση είναι όπως η δίαιτα. Δεν μπορείς να λες την μια μέρα ότι είσαι σε δίαιτα και την άλλη μέρα να τρως δυο μπακλαβάδες. Είναι κάτι που πρέπει να το κάνεις κάθε μέρα για να λειτουργήσει. Η ποίηση είναι σαν μια όμορφη μικρή ασθένεια. Γεννιέσαι με αυτήν και αν μπορείς να την αναπτύξεις αργότερα στη ζωή σου μπορείς να πεις ότι είσαι ποιητής. Χρειάζονται βέβαια να υπάρξουν και οι κατάλληλες συνθήκες και ο κατάλληλος χρόνος για να γίνει κάτι τέτοιο διότι υπάρχουν πολλοί απλοί άνθρωποι που είχαν μέσα τους την ποίηση αλλά δεν κατάφεραν να την αναπτύξουν επειδή έπεσε πάνω τους ο αγώνας για την καθημερινή ζωή.

Ερ: Εσείς από τι εμπνέεστε για να γράψετε και πώς προέκυψαν κάποια προβλήματα που αντιμετωπίσατε με την υπερσυντηρητική λογοκρισία της τότε εποχής;

Απ: Εμπνέομαι από την ζωή γενικά και ειδικότερα από την δικαιοσύνη και την ομορφιά. Θέλω να σου πω ότι είμαι ένας άνθρωπος που δεν βρίζω στην καθημερινότητά μου αλλά στην ποίησή μου υπάρχουν φορές που ξεσπάω και γι΄ αυτό είμαι από τους λίγους που έχουν απαγορευμένα τραγούδια. Σκέψου ότι έχω έναν παιδικό δίσκο με τίτλο «Καραμελοχώρα» που κυκλοφόρησε έναν χρόνο μετά την πτώση της Χούντας και επειδή οι λογοκριτές ήταν ακόμα χουντικοί έχει διάφορα μπιπ μέσα. Με κάλεσαν οι λογοκριτές και μου είπαν ότι κάποια λόγια δεν πρέπει να ακουστούν από παιδιά και μου πρότειναν να τα αφαιρέσω για να βγει καλά ο δίσκος. Εγώ όμως επειδή δεν είχα σκοπό να κερδίσω χρήματα από αυτά που έκανα τους είπα να κυκλοφορήσει ο δίσκος με τα μπιπ. Μου έβαλαν για παράδειγμα μπιπ στην λέξη «γκαστρωθεί»  στο παιδικό τραγούδι «Πώς και τι» που αναφέρεται στις απορίες των παιδιών για το πώς έρχονται στον κόσμο: «Γιατί η γιαγιά που γέρασε είναι για να μπαλώνει/ και δεν μπορεί να γκαστρωθεί αν φάει κι αυτή μπαλόνι. Γιατί μου λέτε ψέματα και χίλια παραμύθια/ και θέλετε από μένανε να ακούτε μόνο αλήθεια. Πώς και τι, πώς και τι/εξηγήστε μου γιατί». Για μένα ένα παιδικό ποίημα είναι πολύ δύσκολο πράγμα γιατί πρέπει να ξέρεις πώς να μιλήσεις στα παιδιά.

 

Ερ: Εκτός από το ποιητικό έχετε και πολύ αξιόλογο μουσικό έργο. Ξεκινήσατε από τις μπουάτ στην χρυσή εποχή τους. Τι θυμάστε από εκείνα τα χρόνια;

Απ: Ήταν ωραία χρόνια αλλά προσωπικά στις μπουάτ εμφανιζόμουν περιστασιακά διότι είχα ένα μικρό θέατρο στην Κοπεγχάγη και επειδή δεν μπορούσα να το αφήσω ερχόμουν κάποιες φορές στην Ελλάδα και επέστρεφα στην Δανία. Θυμάμαι ότι τραγουδούσαν μαζί μου ο Γιώργος Ζωγράφος, η Σοφία Βόσσου και ο Σάκης Μπουλάς. Αξίζει να αναφέρω ότι σε κάποια πρόσφατη εκπομπή της ΕΡΤ για τις μπουάτ με μνημόνευσε ο φίλος Βαγγέλης Ντίκος που είχε την «Απανεμιά» και με πήρε τηλέφωνο και τα είπαμε.

 

Ερ: Αυτό το μικρό θέατρο που αναφέρατε ήταν το «Θέατρο της βαλίτσας»;

Απ: Ναι. Ήταν ένα πολύ έξυπνο εγχείρημα διότι είχα όλα μου τα ρούχα και τις μπογιές του κλόουν μέσα σε μια μεγάλη βαλίτσα και γύριζα με αυτή όλη την Σκανδιναβία. Δεν είχα ούτε κι από αυτό σκοπό να βγάλω χρήματα αλλά να περνάω καλά με την οικογένειά μου. Υπήρχαν φορές που έκανα ακόμα και 7 παραστάσεις σε μια βδομάδα αλλά ακόμα και με μία παράσταση στις 15 ημέρες ήμουν άνετος οικονομικά. Η παράσταση ξεκινούσε με μένα να ντύνομαι και να βάφομαι κλόουν μπροστά στα παιδιά και στη συνέχεια να τους τραγουδώ και να κάνω διάφορα παιχνίδια, αστεία, μαγικά. Είχαμε τρομερή επιτυχία, ακόμη και ο τότε Πρωθυπουργός ή ο Υπουργός Εξωτερικών ήταν μαζί με τα παιδιά και διασκέδαζαν γιατί αυτό είχα σαν στόχο, να μπορούν να περάσουν όμορφα και να ψυχαγωγηθούν τα παιδιά μαζί με τους γονείς τους.

 

Ερ: Η ιδιότητα του κλόουν πώς προέκυψε; Συμμετείχατε και σε τσίρκο;

Απ: Θα σου πω μια ιστορία που με σημάδεψε. Όταν έφυγα από την Ελλάδα ο πρώτος μου σταθμός ήταν το Μιλάνο. Έφτασα μια ζεστή ημέρα του Ιούλη, βρέθηκα σε ένα πάρκο, ήμουν πολύ κουρασμένος, έριξα λίγο νερό στο κεφάλι μου και σκεφτόμουν τι να κάνω με το μόλις 1 δολάριο που είχα στην τσέπη μου. Προσπάθησα να κοιμηθώ σε ένα παγκάκι και κάποια στιγμή λίγο παραπέρα άκουσα μια γυναίκα να φωνάζει έντονα σε κάποιον και να τον μουντζώνει. Όταν πέρασε από δίπλα μου με τα φτωχά μου αγγλικά την ρώτησα τι έγινε και γυρίζει και μου λέει «ίσα ρε μάπα». Δεν χρειάστηκε να μου πει κάτι άλλο για να καταλάβω ότι ήταν Ελληνίδα και της είπα ότι και εγώ ήμουν Έλληνας. Πιάσαμε κουβέντα και της είπα αν ξέρει πού μπορώ να βρω κάποια δουλειά να τα βγάλω πέρα. Μου είπε ότι ήξερε κάποιον σε ένα τσίρκο της περιοχής που έψαχνε κάποιον για να πλένει ελέφαντες. Πήγα αμέσως, με πήραν για δουλειά, μου έδωσαν να φάω και ένα ξύλινο σπιτάκι για να μείνω. Δίπλα μου έμενε ο κλόουν της παράστασης που ήταν ένας Ρώσος που με πρόσεχε πολύ γιατί μου είπε η Μαρία –η κοπέλα που λέγαμε πριν- ότι του θύμιζα το χαμένο του παιδί. Αυτός μου έμαθε και την τέχνη του κλόουν που μου χρειάστηκε γιατί όταν κάποια στιγμή αρρώστησε με έντυσαν άρον άρον κλόουν αυτοί που είχαν το τσίρκο και με πέταξαν στην σκηνή. Η επιτυχία ήταν μεγάλη και έτσι την άλλη μέρα μου έκαναν συμβόλαιο για μια μεγάλη περιοδεία και τα επόμενα 7 χρόνια έμενα στην Γαλλία και την Ελβετία. Τα χρόνια λοιπόν πέρασαν και κάποια στιγμή που ήμουν στην Νορβηγία, πριν από μια παράσταση έρχεται ένας μελαμψός νεαρός και μου είπε ότι θέλει να μιλήσουμε. Μου είπε ότι ήταν ο γιος της Μαρίας η οποία τον είχε υιοθετήσει με έναν πολύ καλό άντρα που είχε παντρευτεί στην Γαλλία, ότι σπούδασε γιατρός και τώρα δουλεύει στους Γιατρούς του Κόσμου. Συγκινήθηκα πάρα πολύ γιατί σε αυτήν την Μαρία που συνάντησα τελείως τυχαία οφείλω πάρα πολλά για την πορεία που ακολούθησα.

Ερ: Η τελευταία μέχρι στιγμής δουλειά σας ήταν η ποιητική συλλογή «Το Αχ… του Έρωτα»;

Απ: Ναι, την έγραψα στα 85 χρόνια μου. Αυτό ξέρεις τι δείχνει αγαπητέ μου φίλε; Ότι δεν πρέπει να ξεχάσουμε την ζωή που έχουμε μέσα μας και ειδικά τώρα με τον κορονοϊό που έχουμε απομακρυνθεί ο ένας απ’ τον άλλο γράφω σε κάποιο ποίημα «Η πιο καλή κουβέντα είναι η αγκαλιά». Πήγε αρκετά καλά, έκανε δύο εκδόσεις μέσα σε 15 μέρες. Ακόμα και ο καφετζής που έχουμε εδώ αγόρασε 10 βιβλία και με έβαλε να τα υπογράψω γιατί μου είπε ότι θα πάρουν αξία όταν… πεθάνω! (γελάει). Αν όλα πάνε καλά ετοιμάζω και μια νέα ποιητική συλλογή με τίτλο «Γιώργος Μενέλαος και… Ιός» με ποιήματα που έγραψα για την κατάσταση που ζούμε με τον κορονοϊό.

Σχετικές δημοσιεύσεις