Γιώργος Κλωτσοτήρας: Γίνεσαι γιατρός ή για να προσφέρεις ή για να κονομήσεις

Μια εκ βαθέων συζήτηση με τον προσφάτως συνταξιοδοτηθέντα Τρικαλινό καρδιολόγο

 

Της Αφροδίτης Νανάκη

 

 

“Πάνω απ’ όλα είναι άνθρωπος!” Πόσες φορές δεν έχουμε εκφραστεί μ’ αυτά τα λόγια σε ιδιωτικές συζητήσεις όταν μοιραζόμαστε εμπειρίες από νοσοκομεία και από ιατρικές επισκέψεις και φίλοι ή συγγενείς ζητούν την άποψή μας για κάποιο γιατρό; Ο παράγοντας ανθρωπιά έρχεται πάντα πρώτος στην κλίμακα της προσωπικής μας αξιολόγησης, όταν αναφερόμαστε σε κάποιον από τους σύγχρονους απογόνους του Ιπποκράτη.

Με τον καρδιολόγο τον Γιώργο τον Κλωτσοτήρα να μιλήσεις, με συμβούλεψαν οι παροικούντες την ιατρική Ιερουσαλήμ, όταν αναζητούσα έναν βετεράνο Τρικαλινό γιατρό για μια συζήτηση εφ’ όλης της ύλης, για τα ιατρικά πράγματα. Από την αρχή της συνομιλίας μας κατάλαβα τον λόγο αυτής της παρότρυνσης. Ο κ. Κλωτσοτήρας μου αφηγήθηκε περιστατικά από την επαγγελματική του πορεία όπου η ανθρώπινη ιδιότητα προηγούνταν της επιστημονικής την οποία και υπηρέτησε με αυταπάρνηση. Μου εξομολογήθηκε πως αυτός ήταν πάντα και ο τρόπος προσέγγισης των ασθενών του, αρκετοί εκ των οποίων έγιναν στην πορεία και φίλοι του.

Ευγενικός και συμβιβαστικός προσπαθούσε με κάθε τρόπο να διευθετήσει και να διαχειριστεί ανώδυνα συγκρούσεις και αντιπαραθέσεις μεταξύ συναδέλφων. Διετέλεσε τριάντα χρόνια πρόεδρος στο Πειθαρχικό Συμβούλιο του Ιατρικού Συλλόγου και πάντα υποψήφιος στο ένα και μοναδικό ψηφοδέλτιο. Αυτό το πνεύμα ενότητας προσπάθησε, ανεπιτυχώς όμως, να περάσει και στους νεότερους γιατρούς που διεκδικούν να πάρουν τη σκυτάλη στις επικείμενες εκλογές στο συγκεκριμένο όργανο. Δυο ψηφοδέλτια για το διοικητικό συμβούλιο (κι εκεί η προσπάθεια να τους ενώσει δεν τελεσφόρησε), δύο για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες και στο Πειθαρχικό.

Στη συνέντευξη που ακολουθεί περιγράφει περιστατικά από την επαγγελματική του πορεία, ανακαλεί μνήμες από τα πρώτα χρόνια εξάσκησης της καρδιολογίας στο νοσοκομείο Τρικάλων, μιλά για τις παθήσεις της καρδιάς και τα προειδοποιητικά σημάδια που δίνει όταν κάτι δεν πάει καλά και μας προτρέπει να έχουμε πάντα την καρδιά για οδηγό μας:

 

Έγινα γιατρός από… λάθος!

 

Τι σας έκανε να ακολουθήσετε την ιατρική ως επάγγελμα; Γιατί γίνατε γιατρός;

 

Από λάθος. Το 1966 δίναμε εξετάσεις με το σύστημα Μπακαλορεά του Γ. Παπανδρέου, που άλλο δήλωνες και αλλού περνούσες. Εμένα μου άρεσαν πάντα τα μαθηματικά και αυτό ήταν το όνειρό μου, είχα πάρει μάλιστα και το πρώτο βραβείο της μαθηματικής εταιρείας. Όμως επειδή ήμουν καλός μαθητής βρέθηκα στην Ιατρική με υποτροφία. Εκεί βέβαια αμφιταλαντεύτηκα για το αν θα ξεκινήσω την ιατρική ή αν θα προσανατολιστώ στα μαθηματικά. Το καλό την εποχή εκείνη ήταν ότι είχαμε το δικαίωμα να δώσουμε εξετάσεις και στο Μικρό Πολυτεχνείο. Δίνω κι εκεί και έρχομαι δεύτερος στην Ελλάδα, στο Τμήμα Μηχανολόγων Μηχανικών. Για ένα χρόνο παρακολουθούσα και τις δύο σχολές. Όταν έπρεπε να επιλέξω, πιέστηκα απ’ τους γονείς μου και πήγα ιατρική. Και επειδή είμαι της άποψης όταν ασχοληθείς με κάτι, πρέπει να το κάνεις σε βάθος, έριξα το βάρος στην ιατρική και την αγάπησα, κάθε μέρα που περνούσε και πιο πολύ. Παρόλα αυτά όμως η σκέψη μου δεν έφευγε απ’ τα μαθηματικά. Ήμουν σαν τον πρωτοερωτευμένο που σκέφτεται πάντοτε την πρώτη του αγάπη. Μαζί με τα βιβλία της ιατρικής διάβαζα και μαθηματικά και αργότερα όταν έκανα οικογένεια, μάθαινα μαθηματικά στα παιδιά μου. Και τώρα ακόμη αν πέσει στα χέρια μου κάποια άσκηση γεωμετρίας, κάθομαι και ασχολούμαι για να την λύσω.

 

Το μετανιώσατε που ασχοληθήκατε με την ιατρική;

 

Δεν θα το έλεγα, γιατί η ιατρική έχει άλλα ενδιαφέροντα, ασχολείσαι με τον άνθρωπο, ενώ στα μαθηματικά με αριθμούς. Στο ανθρώπινο όν υπεισέρχεται και ο συναισθηματικός παράγοντας, κάτι που δεν συμβαίνει στα μαθηματικά.

Εργαστήριο Ανατομικής Α.Π.Θ. Τρίτος από αριστερά ο Τάσος Κουράκης πρώην υφ. Παιδείας επί Σύριζα

 

Ποια ήταν η πορεία σας μετά το Πανεπιστήμιο;

 

Μπήκα στο Πανεπιστήμιο το 1966 και βγήκα το 1972. Το 1973 πήγα στρατιώτης, μας έπιασε η επιστράτευση και τελείωσα το 1975. Κατά τη διάρκεια του Στρατού, για ευνόητους λόγους, δεν επελέγη ούτε οπλίτης ιατρός, ούτε αξιωματικός. Ήμουν τυφεκιοφόρος. Υπηρέτησα τιμωρητικά σε όλες τις ανεπιθύμητες μονάδες που υπήρχαν την εποχή εκείνη. Επειδή δεν ήμουν στην πλευρά της επταετίας. Ακόμη και αγροτικό δεν μπόρεσα να κάνω στο νομό Τρικάλων και βρέθηκα στο νομό Φθιώτιδας.  Όπου εκεί βέβαια γνώρισα τη σύζυγό μου που ήταν νοσηλεύτρια στο νοσοκομείο της Λαμίας και παντρευτήκαμε. Μετά την ειδικότητα σε Θεσσαλονίκη και Πειραιά σκέφτηκα ότι κάτι παραπάνω έπρεπε να κάνω. Μέσω του Ελληνογερμανικού Ιατρικού Συνδέσμου και με υποτροφία του, βρέθηκα στην Γερμανία και εκπαιδεύτηκα στους υπερήχους καρδιάς. Μιλάμε για το 1982. Επιστρέφοντας το 1983, άνοιξα ιατρείο και αγόρασα το πρώτο μηχάνημα υπερήχων στην επαρχιακή Ελλάδα. Δεν υπήρχε πουθενά αλλού, παρά μονάχα σε δύο νοσοκομεία των Αθηνών. Συγχρόνως όμως διορίστηκα και στο νοσοκομείο Τρικάλων, προ ΕΣΥ. Επειδή πάντα ήμουν στα νοσοκομεία, έτρεφα μια αγάπη και συμπάθεια για το νοσοκομείο, παρά στο ιατρείο. Πίστευα ότι εκεί μπορούσα να προσφέρω περισσότερα απ’ ότι στο ιατρείο. Ξεκίνησα στην Καρδιολογική Κλινική με τον αείμνηστο συνάδελφο Παπαπολύζο, ο οποίος δυστυχώς έχασε την κόρη του σε τροχαίο και επειδή όλο αυτό του κόστισε πάρα πολύ, το βάρος έπεσε σε μένα.

 

Τα «ηρωικά» χρόνια στο Νοσοκομείο Τρικάλων

 

Τι θυμάστε από εκείνα τα πρώτα χρόνια, ήταν δύσκολα στο νοσοκομείο; Φαντάζομαι και με ελλιπή εξοπλισμό.

 

Με ελλιπέστατο εξοπλισμό! Πολλές φορές αναγκαζόμουν να κουβαλάω από το ιατρείο μου σε αγροτικό αυτοκίνητο το μηχάνημα των υπερήχων που ήταν τεράστιο, για να βλέπω αρρώστους. Και απινιδωτή έφερνα από το ιατρείο μου που δεν είχε τότε το νοσοκομείο και κάναμε ανατάξεις ασθενών. Όλα αυτά δωρεάν βέβαια. Και ήταν η πρώτη φορά που στο νοσοκομείο Τρικάλων, μαζί με δυο, τρεις συναδέλφους και εντός και εκτός νοσοκομείου, τοποθετήσαμε τον πρώτο μόνιμο βηματοδότη. Ήταν μια πρωτοποριακή για την εποχή εκείνη επέμβαση.

 

Για ποια εποχή μιλάμε;

 

Την περίοδο 1984-1985, πάρα πολύ νωρίς. Και συγκεκριμένα η πρώτη ασθενής στην οποία βάλαμε βηματοδότη, ήταν η γιαγιά του συναδέλφου μικροβιολόγου κ. Κώτση.

 

Επιτυχής η επέμβαση;

 

Επιτυχέστατη! Έκτοτε τοποθετήσαμε γύρω στους δέκα βηματοδότες μέχρι το 1985 που έφυγα απ’ το νοσοκομείο. Εκεί λιγάκι τα πράγματα μπερδεύτηκαν.

 

Τι εννοείτε;

 

Από 1/1/1986 ξεκινούσε η εφαρμογή του ΕΣΥ. Πιάσαμε κουβέντα με τον Παπαπολύζο- δεν λέω κύριο γιατί έχει πεθάνει, ήταν Κύριος όμως στην κυριολεξία- τι θα γίνει η κλινική; Δύο ήμασταν. Του λέω, τι θα κάνεις; Θα συνεχίσεις στο ΕΣΥ; Μου απαντάει ότι λόγω ιδεολογίας δεν μπορεί να πει όχι. Εγώ του είπα ότι δεν το παίρνω ιδεολογικά, έχω έναν εξοπλισμό στο ιατρείο καινούργιο, δεν μπορώ να τον πετάξω στα σκουπίδια. Και τότε έπρεπε να είσαι αποκλειστικής απασχόλησης. Ή μέσα ή έξω. Υποβάλλω την παραίτησή μου στις 31/12/1985, πιστεύοντας ότι ο Παπαπολύζος θα έμενε. Αλλά τελευταία στιγμή το μετάνιωσε. Θα φεύγαμε λοιπόν και οι δύο και το νοσοκομείο θα έμενε ξεκρέμαστο από καρδιολόγο. Είπα τότε στον εαυτό μου ότι αυτό είναι έγκλημα και δεν μπορούσα να είμαι συνεργός. Παίρνω την μεγάλη απόφαση και λέω στο διοικητικό συμβούλιο του νοσοκομείου –επί ΠΑΣΟΚ τότε-θα αναλάβω οικειοθελώς την Καρδιολογική Κλινική, έως ότου έρθει αντικαταστάτης. Και από τον Γενάρη του 1986 ξεκινάω εντελώς μόνος μου στην Κλινική, μέχρι τον Οκτώβριο που καλύφθηκε η θέση, και ήμουν για δέκα μήνες μέρα νύχτα στο νοσοκομείο και ελάχιστες ώρες στο ιατρείο, γιατί δεν μπορούσε να γίνει διαφορετικά. Και βέβαια για όλα αυτά πήρα μια ευχαριστήρια επιστολή από το δ.σ. του νοσοκομείου, “σας ευχαριστούμε για την αμισθί και ανιδιοτελή προσφορά σας”. Περιττό βέβαια να πω ότι αυτά τα τρία χρόνια, απ’ το 1983 μέχρι το 1985 όσες εφημερίες έκανα στο νοσοκομείο Τρικάλων τις χάρισα όλες στο κράτος. Έτσι ένιωθα, δεν μετανιώνω. Το χάρηκα. Eίχα βλέπετε αποκτήσει κάπως τη γερμανική φιλοσοφία που λέει πως όταν το έθνος σου, η πατρίδα σου ζορίζεται βοήθησέ την με όποιο τρόπο μπορείς. Αυτό μου δίδαξαν στη Γερμανία.

 

Σας κοιτάζω με θαυμασμό!

 

Γι’ αυτά όλα που σας λέω υπάρχουν στοιχεία. Τότε ήταν πρόεδρος ο συγχωρεμένος ο Πίσπας, ο δικηγόρος ο παππούς, ο πατέρας του Μίμη του δικηγόρου, ο οποίος έστειλε επιστολή ότι “ευχαριστούμε πολύ που αρκεστήκατε μόνο στο μισθό σας και δεν διεκδικήσατε τις εφημερίες των τριών χρόνων”. Και εν συνεχεία το 1986 που ήμουν μόνος μου δέκα μήνες μέχρι να έρθει ο Χρήστος Αργύρης- δυστυχώς κι αυτός πέθανε νωρίς- δεν έπαιρνα ούτε μισθό, ούτε εφημερίες, ούτε τίποτα. Όποτε οι εφημερεύοντες είχαν ανάγκη με παίρναν τηλέφωνο και πήγαινα οποιαδήποτε στιγμή, Χριστούγεννα, Πάσχα… αμισθί!.

 

Γνώριζαν όλοι αυτοί στους οποίους προσφέρατε τις υπηρεσίες σας στη διάρκεια των δέκα μηνών, το καθεστώς της παρουσίας σας στο νοσοκομείο;

 

Όλοι οι εφημερεύοντες τότε, νεότεροί μου, είναι σήμερα γιατροί στην πόλη και έχω μαζί τους άριστες σχέσεις. Δεν αρνήθηκα σε κανέναν τη βοήθειά μου.

 

Αυτό συνεχίστηκε και μετά το δεκάμηνο, αφού είχατε φύγει από το νοσοκομείο;

 

Ναι, τηλεφωνικά. Είχε αναλάβει τότε την Καρδιολογική Κλινική ο Χρήστος Αργύρης, ο οποίος ήταν στο ΙΚΑ και πήγε στο νοσοκομείο και πλαισιώθηκε και με άλλους καρδιολόγους, με τον Δημήτρη Μυλωνά, τον Αλέκο Γιανέλλο οι οποίοι ήταν νέοι και παίρναν τηλέφωνο και επικοινωνούσαμε. Ήταν θυμάμαι και κάποια κοπελίτσα που έκανε το αγροτικό της Κωστοπούλου Θωμαή, η οποία μετά πήγε στην Αθήνα, στο νοσοκομείο «Ελπίς», με την οποία εφαρμόζαμε κάποιες πρωτοποριακές θεραπευτικές μεθόδους στους ασθενείς με οξύ έμφραγμα. Τώρα υπάρχουν τα νέα θρομβολυτικά τα οποία γίνονται ενδοφλέβια και διαλύουν τον θρόμβο που φράζει την αρτηρία και επανέρχεται πάλι η ροή του αίματος. Εμείς τότε πρωτοποριακά εφαρμόζαμε μια μέθοδο την οποία όταν ανακοινώσαμε σε συνέδριο μείνανε όλοι με το στόμα ανοιχτό. Κάναμε θρομβόλυση με ασπιρίνη ενδοφλέβια και ηπαρίνη αντιπηκτική ενδοφλέβια. Και είχαμε θεαματικά αποτελέσματα. Και τότε ήταν που είχα νιώσει την άμεση σχέση μεταξύ γιατρού και αρρώστου. Εκεί εισέπραξα πραγματικά αγάπη από τον κόσμο. Από την άποψη ότι όποια ώρα θέλανε, με βρίσκανε, τους συμβούλευα, τους νοσήλευα, τους θεράπευα.

 

Το καταλαβαίναν ότι ήσασταν κι εσείς διαθέσιμος.

 

Το ξέρανε και το ξέρουνε και τώρα πως οποιαδήποτε ώρα και στιγμή μπορούν να μου τηλεφωνούν. Γιατρέ μου έχω πίεση, παίρνω το τάδε φάρμακο, δεν βρίσκω το γιατρό μου, πες μου τι μπορώ να κάνω. Και του δίνω τις ανάλογες οδηγίες. Ή ξέρεις, έχω έναν πόνο, που να πάω, τι να κάνω; Όπου μπορώ, ανιδιοτελώς.

 

Εργαστήριο Μικροβιολογίας Α.Π.Θ.

 

Δύο δρόμοι ανοίγονται για κάθε γιατρό

 

Θα συμφωνείτε λοιπόν με την άποψη πως η ιατρική είναι η επιστήμη της αγάπης και της προσφοράς;

 

Αποκλειστικά και μόνο. Γίνεσαι γιατρός για δύο λόγους: ή για να προσφέρεις ή για να κονομήσεις. Τόσο απλά, για να γίνω κατανοητός. Μερικοί, δυστυχώς, γίνονται γιατροί για να βγάλουν λεφτά. Άλλοι μόνο και μόνο για να αφήσουν ένα όνομα. Βγαίνω έξω και με χαιρετάνε άνθρωποι που δεν τους ξέρω καν. Γεια σου γιατρέ μου, ευχαριστώ πάρα πολύ. Λέω γιατί; Τότε… θυμάσαι…; Που να θυμάμαι. Μιλάμε για χιλιάδες ανθρώπους. Και εισπράττει αυτή την ευγνωμοσύνη και η σύζυγος.

Και βέβαια από το 1986 και μετά ήμουν μόνο στο ιατρείο. Χωρίς ΙΚΑ, ΤΕΒΕ…γιατί εκεί για να μπεις χρειάζεται μέσο. Εγώ το μόνο μέσο που διέθετα ήταν η επιστημονική μου επάρκεια. Αλλά αυτό στην Ελλάδα δεν μετράει.

 

Κάνατε φίλους απ’ αυτή τη δουλειά; Ασθενείς σας έγιναν φίλοι σας;

 

Οι πιο πολλοί φίλοι μου είναι και ασθενείς μου. Προηγήθηκαν ως ασθενείς. Την Πρωτοχρονιά δημοσίευσα ένα αποχαιρετιστήριο μήνυμα στις εφημερίδες όπου αναφερόμουν στους φίλους-ασθενείς μου. Τους θεωρώ όλους φίλους. Νιώθω ότι το ίδιο αισθάνονται κι αυτοί. Έρχονται τώρα σπίτι μου, γιατί δεν έχω το ιατρείο και μου φέρνουν κρασί, τσίπουρο, χωρίς να έχουν κάποια, ανάγκη, δεν με έχουν ανάγκη πλέον. Το Πάσχα ένας φίλος μου έφερε ένα ολόκληρο κατσίκι από το χωριό. Τι να πω από κει και πέρα; Δάκρυσα. Θέλω να πιστεύω ότι δεν έχω κάνει εχθρούς. Πιθανόν άνθρωποι οι οποίοι να ζήλεψαν… Αν κάποιον μπορεί να στενοχώρησα, αν τον έβρισκα θα του έλεγα συγγνώμη φίλε, δεν το ήθελα.

 

Θέλω να μου σχολιάσετε το κύμα μετανάστευσης των νέων γιατρών τα τελευταία χρόνια, που αναζητούν μια καλύτερη τύχη στο εξωτερικό.

 

Είναι λυπηρό για την Ελλάδα, γιατί φεύγει το νέο αίμα και το νέο αίμα είναι εκείνο που έχει πιο πολύ οξυγόνο απ’ ότι έχει το δικό μου. Και η Ελλάδα χρειάζεται οξυγόνο αυτή την στιγμή. Το κύμα αυτό δημιουργήθηκε γιατί το ΕΣΥ δεν έχει μισθό. Γιατί ο μισθός ενός γιατρού είναι ίδιος με αυτόν ενός κλητήρα δημόσιας υπηρεσίας. Είναι εντελώς απαράδεκτο, διότι δεν αμείβεται ούτε η γνώση του, ούτε η προσφορά του. Γι’ αυτό είναι υποχρεωμένος να αναζητήσει μια καλύτερη ζωή.

 

Είναι δυνατόν ένας ποδοσφαιριστής να αμείβεται καλύτερα σε σχέση με έναν γιατρό, με έναν χειρουργό;

 

Τι καλύτερα; Ένας ποδοσφαιριστής ή ένας μπασκετμπολίστας παίρνει όσα θα πάρει ένας γιατρός του ΕΣΥ με δέκα περιόδους ζωής. Και δυστυχώς οι γιατροί που ασχολούνται με τα ακουστικά φυτοζωούν. Αυτοί που ασχολούνται με νυστέρι με τον άλφα, βήτα τρόπο-δυστυχώς όχι νόμιμο-βγάζουν κάτι παραπάνω. Δεν είναι αρκετό όμως αυτό το κάτι παραπάνω να καλύψει την προσφορά τους. Δεν μπορεί ο καρδιοχειρουργός ο οποίος σώζει ζωές, να αμείβεται με 1.500 ευρώ, είναι αστείο πράγμα, θα σηκωθεί να φύγει, θα πάει στην Αγγλία και θα παίρνει 6-7.000 ευρώ.

 

Αν παίρνατε σήμερα το πτυχίο της ιατρικής, θα κάνατε τις ίδιες επιλογές ή θα αναζητούσατε μια καλύτερα αμειβόμενη θέση στο εξωτερικό;

 

Εγώ είμαι ειδική περίπτωση (γέλια). Όταν ήμουν στη Γερμανία, μου είχε προτείνει ο καθηγητής μου να παραμείνω στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο του Ντίσελντορφ και να πάρω θέση κατευθείαν επιμελητού. Μου εξασφάλιζαν θέση και για τη σύζυγό μου που ήταν νοσηλεύτρια και μου έβρισκαν λύση για το ενός έτους παιδί μου στον παιδικό σταθμό του νοσοκομείου. Τελικά δεν έμεινα για πολλούς οικογενειακούς λόγους, είχα δυο γονείς σε μεγάλη ηλικία και χρειαζόταν μια στήριξη. Είχαμε στη συνέχεια με τον καθηγητή μου μια σχετική αλληλογραφία, μέχρι που έφυγε απ’ τη ζωή. Ήταν πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας, μεγάλο κεφάλι. Είχε εκτιμήσει την προσφορά μου και τον ζήλο μου γιατί εκεί δεν υπήρχε ωράριο, όπως εδώ που το βλέπω και με στενοχωρεί μερικές φορές. Δύο, δυόμιση το μεσημέρι δεν βρίσκεις γιατρό πουθενά στο νοσοκομείο για παράδειγμα. Βέβαια κι αυτός ο γιατρός έχει αγανακτήσει και σηκώνεται και φεύγει. Αλλά εκεί το ωράριο ήταν 8 με 4, χωρίς διακοπή, ούτε φαγητό, ούτε τίποτα. Κανένας όμως, ούτε ο ίδιος ο καθηγητής, δεν έφευγε στις 4. Έφευγε 7, 8, 9 το βράδυ…Και φεύγαμε όλοι αφού φύγει ο καθηγητής, από σεβασμό και μόνο. Άλλες νοοτροπίες. Οι Γερμανοί λέγανε τότε πως αυτοί είναι 20 χρόνια πίσω απ’ την Αμερική και μεις (οι Έλληνες) είμαστε 20 χρόνια πίσω από αυτούς.

Δεν μετάνιωσα όμως που επέστρεψα στην Ελλάδα, γιατί εδώ οι άνθρωποι είναι πολύ ζεστοί, γίνονται εύκολα φίλοι κι αυτό είναι καλό για κάποιον. Το να εισπράττεις την αγάπη είναι μεγαλύτερο όφελος απ’ το να δίνεις αγάπη. Όταν σε βλέπει ο άλλος έξω και σηκώνεται απ’ το τραπέζι για να σε χαιρετήσει, δεν θέλεις τίποτα άλλο.

Και δεν μετάνιωσα για ότι έχω κάνει μέχρι τώρα. Και που προσέφερα αφιλοκερδώς και αμισθί. Λέω εντάξει, μου άρεσε και το έκανα.

 

Υπήρχαν τότε όλες αυτές οι παθήσεις καρδιάς που γνωρίζουμε σήμερα; Έχουμε την αίσθηση πως κάτι συμβαίνει με τους νέους ανθρώπους τελευταία με τα καρδιαγγειακά προβλήματα.

 

Τα προβλήματα καρδιάς υπήρχαν απ’ την εποχή του Ιπποκράτη. Όμως τώρα οι διαγνωστικές μέθοδοι είναι τόσο επαρκείς και τόσο ακριβείς που γίνεται εύκολα η διάγνωση και εύκολα η θεραπεία. Αρκεί βέβαια να προλάβεις κάτι. Και η καρδιά δεν είναι ύπουλη. Πάντα σε προειδοποιεί. Τώρα βέβαια αν εσύ είσαι τόσο αφελής και δεν καταλαβαίνεις το προειδοποιητικό σημάδι, δεν φταίει η καρδιά, φταις εσύ.

 

Η ζωή που κάνουμε σήμερα, πόσο μας βοηθάει να έχουμε μια καλή καρδιά;

 

Η ζωή που κάναμε μέχρι πριν λίγα χρόνια ήταν πολύ άσχημη. Τώρα ευτυχώς η νέα γενιά έχει αρχίσει έναν διαφορετικό τρόπο ζωής. Ίσως να φοβήθηκε, ίσως να έμαθε, ίσως να επηρεάστηκε και έχει αρχίσει να γυμνάζεται περισσότερο σε σχέση με παλαιότερα και κάνει μια πιο υγιεινή διατροφή. Διότι παλαιότερα οι καπνιστές ήταν πολλοί και φανατικοί, ενώ τώρα ο κόσμος έχει αρχίσει και το ελαττώνει το τσιγάρο, πολλοί το έχουν κόψει. Το τσιγάρο είναι η κύρια αιτία των καρδιοπαθειών. Η δεύτερη, αφορά στη διατροφή και αναφέρομαι στα ζωικά λίπη που η νέα γενιά έχει αρχίσει και αποφεύγει. Βλέπουμε πως αυτοί που πεθαίνουν είναι μεσήλικες, όχι υπερήλικες, μεταξύ 40-50-60 και πιθανόν ξαφνικά. Ο ξαφνικός θάνατος δικαιολογείται σε ένα ποσοστό 10% περίπου, όμως οι θάνατοι το έχουν υπερβεί. Κι αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι δεν αξιολογούμε τα συμπτώματα. Η καρδιά πάντα προειδοποιεί, ενώ ο καρκίνος όχι. Θα σου δώσει πόνο στο στήθος, εύκολο λαχάνιασμα, εύκολη κόπωση. Συμβουλέψου κάποιον ειδικό, ο οποίος θα κάνει όλες τις απαραίτητες εξετάσεις και θα σε βάλει σε κάποιο δρόμο. Και βέβαια από σένα θα εξαρτηθεί αν ακολουθήσεις αυτόν τον δρόμο ή είσαι τόσο ξεροκέφαλος. Γιατί συμβαίνει και αυτό στην Ελλάδα, είμαστε ξερόλες. Οι μισοί Έλληνες είμαστε γιατροί και οι άλλοι μισοί δικηγόροι».

Στο σημείο αυτό ο κ. Κλωτσοτήρας περιγράφει περιστατικά από την ιατρική του σταδιοδρομία. Μιλά για έναν Αμερικανό μπασκετμπολίστα 22 χρόνων που του έφερε η τοπική ομάδα να τον εξετάσει, εκείνος δεν του χορήγησε την απαραίτητη ιατρική βεβαίωση για να μπορεί να παίξει επειδή διέγνωσε πως η καρδιά του παρέπεμπε σε καρδιά 80χρονου. Τελικά δεν τον ενέταξαν στο δυναμικό τους και ο συγκεκριμένος αθλητής πήγε σε μια ομάδα στα Σκόπια, όπου μάλλον δεν του έκαναν κάποια εξέταση και στο πρώτο παιχνίδι έπαθε ανακοπή και πέθανε. Θυμάται επίσης πως με Τρικαλινό συνάδελφο γιατρό έδωσαν τις πρώτες βοήθειες σε μπασκετμπολίστα που κατέρρευσε εν ώρα παιχνιδιού στο κλειστό της Μπάρας. Ήταν αθλητής του Φίλιππου Βεροίας και η ομάδα έστειλε αργότερα ευχαριστήριο για την άμεση και σωτήρια επέμβασή τους. Ο τρόπος δε που εξιστορεί το πως έσωσε τον φίλο του Θανάση Τζίτζιο το 1986 από οξύ έμφραγμα είναι παραστατικότατος!

 

Αν γράφατε ένα βιβλίο, ποιο θα ήταν το απόσταγμα όλης αυτής της διαδρομής;

 

Έγραψα και τύπωσα με δικά μου έξοδα δυο βιβλία καρδιολογίας και τα διένειμα δωρεάν στους συναδέλφους στο νοσοκομείο. Το πρώτο το έγραψα με τον συνάδελφο Δημήτρη Μυλωνά και το άλλο με την Σοφία Βενέτη.

Ασχολούμαι όμως με την ποίηση, έχω ξεκινήσει από χρόνια με ποιήματα. Τελευταία με μια ομάδα δημιουργικής γραφής τυπώσαμε ένα βιβλιαράκι που περιέχει και δικά μου ποιήματα.

 

Πως προέκυψε η ποίηση στη ζωή σας;

 

Συναισθηματικοί λόγοι. Σε μένα γενικά το συναίσθημα υπερέχει της λογικής».

 

Ας αφήσουμε λοιπόν τη συζήτηση για την καρδιά με την κυριολεκτική της έννοια, αυτή της αντλίας αίματος και ας μιλήσουμε για την μεταφορική της χροιά. Η συμβουλή σας ποια είναι στους νέους, αλλά και σε όλους τους συμπολίτες και τις συμπολίτισσές σας; Να ακολουθούν την καρδιά ή το μυαλό τους;

 

Αγαπάτε αλλήλους. Αυτή είναι η δική μου συμβουλή. Να ακούνε την καρδιά τους, γιατί τους ευχαριστεί πιο πολύ. Βάζοντας το μυαλό, αρχίζουν οι υπολογισμοί με το χαρτί και το μολύβι. Μ’ αυτό τον τρόπο μπορεί να βγάλεις κάποια άκρη, αλλά αυτή η άκρη μπορεί να σε οδηγήσει στον γκρεμό.

 

Εσείς στη ζωή σας είχατε οδηγό την καρδιά σας;

 

Εγώ πάντα άκουγα την καρδιά μου. Πάντα. Και τώρα. Δηλαδή επιλέγω τον φίλο βάσει των συναισθημάτων και όχι της λογικής. Θα με δείτε να κάνω παρέα με τον οποιοδήποτε απλό άνθρωπο χωρίς κάποια υποβολιμαία σκέψη, χωρίς να έχω παρτίδες ούτε με βουλευτές, ούτε με υπουργούς, ούτε να επιδιώκω κάποιο συμφέρον απ’ όλους αυτούς. Αν θέλεις να είναι γεμάτη η ψυχή σου, δούλεψε με την καρδιά σου. Η συλλογή με ποιήματα που ετοιμάζω θα έχει τίτλο “Η καρδιά αλλιώς”.

 

Αλήθεια πως περνάτε τον χρόνο σας, τώρα που έχετε αποσυρθεί από την ενεργό δράση;

 

Με χειρωνακτική εργασία. Έχω κι άλλο κουσούρι (γέλια). Ασχολούμαι με οτιδήποτε. Θα στενοχωρήσω μερικούς φίλους επαγγελματίες, αλλά δεν έχει μπει στο σπίτι μου υδραυλικός, ηλεκτρολόγος, όλα τα κάνω μόνος μου. Έχω στο μπαλκόνι του σπιτιού μου ένα μεγάλο συνεργείο που έχει μέσα τα πάντα, από γυαλοχαρτιέρα, μπλάκ εν ντέκερ, τροχό, ηλεκτροκόλληση. Έχω βάψει το σπίτι, έχω περάσει πλακάκια, έχω σοφατίσει.

 

Έχετε αγαπημένη γωνιά στα Τρίκαλα; Που συναντάται τους φίλους σας;

 

Όχι δεν έχω, γιατί αποφεύγω τις συνήθειες. Βλέπω μερικούς συναδέλφους που μαζεύονται σε ένα συγκεκριμένο μαγαζί μέρα νύχτα, νύχτα μέρα. Αυτό δεν το κάνω. Δεν μου αρέσει. Θα πάω μια φορά θα κάτσω μαζί τους και άλλη φορά αν θέλουν, θα πάμε αλλού.

 

Τι σας αρέσει σ’ αυτή την πόλη; Αν σας ρωτούσε κάποιος επισκέπτης τι να επισκεφθεί, τι θα του λέγατε;

 

Για μένα η ωραιότερη γωνιά είναι το Φρούριο και χάνουν οι Τρικαλινοί που δεν έχουν ανέβει στο Φρούριο.

 

Υπάρχουν λέτε Τρικαλινοί που δεν έχουν ανέβει στο Φρούριο;

 

Φυσικά, όπως υπάρχουν και Αθηναίοι που δεν έχουν πάει στην Ακρόπολη ή Θεσσαλονικείς που δεν έχουν ανέβει στον Λευκό Πύργο. Όπως κι εδώ δεν έχουν πάει στο Ρολόι που είναι ένας χώρος επισκέψιμος και μπορείς να θαυμάσεις μια ανεπανάληπτη θέα.

 

Υπάρχει κάποιο τραγούδι που σας χαρακτηρίζει;

 

Είμαι Καζαντζιδικός! Παλαιότερα τραγουδούσα στη Θεσσαλονίκη σε διάφορες μπουάτ της εποχής εκείνης, τραγούδια του νέου κύματος μαζί με τον φίλο μου τον Λάκη Αρβανίτη τον οδοντίατρο. Για μένα ο Καζαντζίδης είναι η πρώτη φωνή στην Ελλάδα. Το αγαπημένο μου τραγούδι είναι το «Εγώ με την αξία μου κι όχι με ξένες πλάτες.

 

Σας ευχαριστώ πάρα πολύ κ. Κλωτσοτήρα γι’ αυτή τη συνομιλία!

 

Κι εγώ σας ευχαριστώ! Στη διάθεσή σας!

 

Αν θέλετε να ακούσετε όλη την συνέντευξη του Γιώργου Κλωτσοτήρα αναζητήστε την στον παρακάτω σύνδεσμο

https://anchor.fm/dialogos-podcast/episodes/ep-e1p0hqg/a-a8ljjeu

 

Σχετικές δημοσιεύσεις