Γίνε σαν τον Μίλτο

  • Γράφει η Λένα Παπαντώνη

 

Το «γίνε η καλύτερη εκδοχή του εαυτού σου» είναι μια φράση που «ευδοκιμεί» τα τελευταία χρόνια χάρη στην άνθιση των διαφόρων «γκουρού» αυτοβελτίωσης που κατακλύζουν κανάλια διαφημίζοντας τα πονήματά τους και επιδιώκοντας να προσποριστούν ένα μερίδιο από την πίτα που στην εποχή των σόσιαλ και της επίπλαστης εικόνας στέκει προκλητικά ελκυστική στο τραπέζι της μαζικής κατανάλωσης.

Η αλήθεια είναι βέβαια πως παρά τη γελοιότητα γύρω από την εν λόγω βιομηχανία στη φράση αυτή συμπυκνώνεται μια τεράστια, παμπάλαια αλήθεια. Όπως, εύστοχα, λέει και ένα διαφημιστικό σλόγκαν το «φτάσε όπου μπορείς», η άρνηση, ουσιαστικά, του συμβιβασμού με την ελάσσονα προσπάθεια, είναι ο καλύτερος, ο σημαντικότερος στόχος που μπορεί να θέσει ένας άνθρωπος στη διάρκεια του βίου του. Όλα αυτά μου ήρθαν στο νου παρακολουθώντας την περασμένη εβδομάδα όχι κάποιον από τους… ψυχολογιστές αλλά αυτόν τον φοβερό τύπο που ακούει στο όνομα Μίλτος Τεντόγλου.

Έναν αθλητή, έναν άνθρωπο, μια προσωπικότητα που είναι κάτι εντελώς πέρα από τα συνηθισμένα για τη χώρα μας. Δεν θέλω επ ουδενί να μειώσω άλλους τεράστιους που δίδαξαν με τον επαγγελματισμό τους και την εργασιακή ηθική τους-ξεκινώντας από τον Γκάλη και φτάνοντας μέχρι τη Στεφανίδου και τον Πετρούνια. Αυτό το παιδί όμως έχει στα μάτια μου κάτι μοναδικό, κάτι πραγματικά ξεχωριστό. Είναι ο τρόπος που πιέζει δημόσια τον εαυτό του  που δεν νομίζω να έχει προηγούμενο- ή τουλάχιστον δεν μπορώ να θυμηθώ κάποια ή κάποιο αντίστοιχο.

Παραδοσιακά οι αθλητές και οι υπερπρωταθλητές ακόμη,  όταν κερδίζουν έναν αγώνα ή κάποιο μετάλλιο δίχως η  απόδοση ή η επίδοσή τους να είναι η καλύτερη δυνατή, στέκονται στην νίκη, τονίζουν την αξία της, εξηγούν την δυσκολία της. Αλίμονο, δεν το λοιδορώ ως κίνηση, απλώς τονίζω ότι είναι το σύνηθες Ο Τεντόγλου κερδίζει  χρυσό σε παγκόσμιο κλειστού στίβου-το δεύτερό του εκεί και δέκατο χρυσό σε όλους τους μεγάλους αγώνες τα τελευταία χρόνια-είναι ο αδιαμφισβήτητος κυρίαρχος του αγωνίσματος στην εποχή μας, έχει κατακτήσει ήδη επάξια τη θέση του στο Πάνθεον του Παγκόσμιου στίβου και δηλώνει ότι η επίδοση του είναι μικρή και ότι δεν εύχεται ούτε στον χειρότερο εχθρό του να πάρει μέρος σε ένα τελικό που γίνεται νωρίς το πρωί. Και δεν μας προξενεί καμία εντύπωση, δεν την αντιμετωπίζουμε ως μια δήλωση μετριοπάθειας διότι έχουμε ήδη μαντέψει ότι θα γίνει αμέσως μετά το πέρας του αγώνα. Πολύ απλά είναι ακριβώς αυτή που περιμένουμε να ακούσουμε μιας και την έχουμε ακούσει ξανά σε ανάλογες περιπτώσεις. Και είναι σαφές από την όλη στάση αυτού του παιδιού πως όλα όσα λέγονται, όλα όσα γίνονται δεν αποτελούν κομμάτι μιας ενορχηστρωμένης παράστασης, δεν γίνονται για το θεαθήναι.

Η απλότητα και η ειλικρίνεια φωνάζουν ότι είναι εγγενείς και πηγαίες. Αγαπά αυτό που κάνει, νοιώθει ευγνωμοσύνη για τη ζωή που του δίνει τη δυνατότητα να βιοπορίζεται από αυτό που αγαπά, δεν υπερτιμά την αξία του και τιμά κάθε άλλο επάγγελμα και για όλα αυτά δεν συγχωρεί και δεν επιτρέπει στον εαυτό του το συμβιβασμό με το λίγο και με το βόλεμα. Ειλικρινά δεν έχω λόγια, δεν βαριέμαι να τον βλέπω και να τον ακούω και λυπάμαι πραγματικά που γίνεται θέμα μόνο λίγες φορές το χρόνο. Είναι από τις φορές που γίνομαι ακραία και λέω πως θα έπρεπε να επιβάλλεται στα μέσα να παίζουν Τεντόγλου τουλάχιστον μια φορά την ημέρα. Θα ήταν κάτι σαν θεραπεία κατά της βλακείας, κατά της κυριαρχίας του τίποτα έναντι του κάτι.

Υ.Γ. Τον χρόνο δεν τον νίκησε κανείς και κάπως έτσι άλλος ένας τεράστιος αποχαιρέτησε τον μάταιο τούτο κόσμο την εβδομάδα που μας πέρασε. Το όνομα Δήμος Μούτσης είναι δεδομένο ότι δεν λέει τίποτε στα παιδιά του σήμερα. Πιθανότατα δεν λέει κάτι και σε πολλά από τα παιδιά του χθες. Άλλο ένα δείγμα, δυστυχώς, της πνευματικής και- ως άμεση συνέπεια- της πολιτιστικής μας ένδειας. Κάποιοι σκόρπιοι αποχαιρετισμοί, κάποια μίνι «αφιερώματα» εκπλήρωσαν την υποχρέωση των καναλιών έναντι του γεγονότος. Και μετά το υποχρεωτικό διάλλειμα επιστροφή στη συνήθη «πολιτιστική» καθημερινότητά τους που περιλαμβάνει τραπ, σκυλολαϊκά, συνεργασίες αυτών-ό,τι πουλάει δεκτό είναι- και άλλα θλιβερά ανάλογα. Πλέον όμως και με ποσόστωση και με τη βούλα του υπουργείου πολιτισμού. Διότι πρέπει να στηρίξουμε την Ελληνική μουσική παραγωγή και να προάγουμε τον πολιτισμό μας…

 

Σχετικές δημοσιεύσεις