«Πάμε και όπου βγει»

Γράφει η Λένα Παπαντώνη

 

 

Πάμε και όπου βγει. Μια φράση που -φέρεται να- ακούστηκε στην ενδοεπικοινωνία των υπευθύνων της μοιραίας αμαξοστοιχίας είναι, εν τέλει, αυτή που συνοψίζει ολόκληρη την μεταπολιτευτική ιστορία -μη δε και ολόκληρη την ιστορία του σύγχρονου Ελληνικού κράτους, που πρόσφατα γιόρτασε 200 χρόνια ύπαρξης.

Αν καθίσουμε να το αναλογιστούμε με ψυχραιμία και σε βάθος δεν μπορεί παρά να διαπιστώσουμε ότι αυτός είναι ο «πιλότος» που μας ταξιδεύει τόσα χρόνια. Πάμε και όπου βγει. Και δεν έχει καμία σχέση με το ποιητικό/υπαρξιακό «πάμε στο άγνωστο με βάρκα την ελπίδα». Διότι εδώ ξέρουμε και που πάμε και πως πάμε και γιατί πάμε έτσι. Ξέρουμε, αλλά δεν κάνουμε τίποτα. Δειλοί, μοιραίοι και άβουλοι αντάμα προσμένουμε, ίσως, ένα θάμα. Γιατί μόνο έτσι μπορεί να εξηγηθεί το ότι υπάρχουμε ακόμη. Γιατί είναι πραγματικά να αναρωτιέσαι ποιο θάμα, ποια συμπαντική δύναμη είναι αυτή που κρατά όλους μας -τώρα και πριν- και μαζί με μας το κράτος μας -με ή χωρίς εισαγωγικά- στη ζωή.

Πάμε και όπου βγει. 200 χρόνια ιστορίας ή αν θέλετε 50 χρόνια νεώτερης, μεταπολιτευτικής και τώρα τελευταία αρχίσαμε να αποκτούμε ένα στοιχειωδώς αξιοπρεπές οδικό δίκτυο. Και αυτό όχι παντού. Και εκεί που υπάρχει… το ακριβοπληρώσαμε και συνεχίζουμε να το ακριβοπληρώνουμε. Σε χρήμα. Διότι πιο πριν το ακριβοπληρώσαμε με αίμα. Με ζωές χαμένες άδικα. Με Τέμπη ξανά και ξανά, με Μαλιακούς, με Τρίκαλα-Λάρισα ή Τρίκαλα-Καλαμπάκα (για να εστιάσουμε στα πιο δικά μας). Επειδή κάποιοι δεν είχανε το πολιτικό σθένος να σπάσουν αυγά. Να πάνε κόντρα σε χρόνια συμφέροντα που επέβαλλαν το προσωπικό τους θέλω εις βάρος του δημόσιου καλού. Και που ακόμη και τώρα βρίσκουν τον τρόπο να το κάνουν.

Πάμε και όπου βγει. Με ένα σύστημα υγείας που λειτουργεί για χρόνια κάτω και από τα όρια της απαξίωσης και που μόνο από προσωπικούς ηρωισμούς κρατιέται όρθιο. Ένα σύστημα που για χρόνια λοιδορείται, ξαφνικά και συγκυριακά χειροκροτείται και μετά πάλι πετιέται στο πυρ το εξώτερο.

Πάμε και όπου βγει. Με σπίτια χτισμένα πάνω σε μπαζωμένα ρέματα και καταπατημένα δάση, με οικισμούς αναπτυγμένους πάνω σε ωρολογιακές βόμβες με προδιαγεγραμμένο χρόνο έκρηξης. Έτσι. Επειδή γίνεται. Επειδή κάποιος δίνει άδειες, κάποιος άλλος κάνει τα στραβά μάτια και όλοι μαζί, κάποια στιγμή, νομιμοποιούν την αυθαιρεσία.

Πάμε και όπου βγει. Με απαρχαιωμένα και συστηματικά απαξιωμένα τρένα που όμως επιδοτούμε για να μεταφέρουν ψυχές που, αθώα, πιστεύουν ότι μετακινούνται με το «ασφαλέστερο μέσο μεταφοράς».

Πάμε και όπου βγει. Πόσα να γράψεις. Είναι τόσα πολλά που χρειάζονται τόμοι και όχι δυο αράδες. «Το δράμα οφείλεται, δυστυχώς, κυρίως σε τραγικό ανθρώπινο λάθος…» μας είπε ο Πρωθυπουργός. Δεν μπορώ να διαφωνήσω μαζί του. Απλώς το εντοπίζω αλλού. Στο ότι τόσα χρόνια ψηφίζουμε τους ίδιους και τους ίδιους με εξοργιστικά σαδομαζοχιστική συνέπεια. Τιμωρούμε τον προηγούμενο δίχως να νοιαζόμαστε για το τι κομίζει ο επόμενος. Και με μνήμη χρυσόψαρου αλλάζουμε τη σειρά στις επόμενες ή μεθεπόμενες εκλογές. Και ο φαύλος κύκλος συνεχίζει έτσι. Και μετά, στην «ώρα την κακιά», σηκώνουμε το βλέμμα αναζητώντας αυτόν τον ένα που θα δείξει το δάχτυλό μας, αυτόν που θα φορτωθεί τις διαχρονικές αμαρτίες ολονών και θα διαπομπευθεί, ενώ ταυτόχρονα γυρεύουμε την κολυμπήθρα  που θα ξεπλύνει τις δικές μας.

Υπερβάλλω; Έρχονται εκλογές. Ποιος μπορεί να μου εγγυηθεί ότι δεν θα οδεύσουμε στις κάλπες έχοντας λάβει την απόφαση που ορίζει τις ζωές μας με βάση το «Πάμε και όπου βγει»;

Σχετικές δημοσιεύσεις